Μενού

1.10.19

Το συναίσθημα ως εργαλείο αυτογνωσίας



Τα συναισθήματα είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο στο οποίο έχουμε ήδη εντρυφήσει σε προηγούμενα άρθρα συζητώντας για συγκεκριμένα συναισθήματα όπως του φόβου και του άγχους.  Ωστόσο υπάρχει ένα κρίσιμο σημείο το οποίο είναι χρήσιμο να αναλύσουμε και το οποίο θα μας δώσει μια άλλη οπτική σε σχέση με  όσα συναισθήματα νιώθουμε κάτω απ’ την επίδραση διαφόρων φαινομένων γεγονότων ή καταστάσεων.
Συνήθως όταν βιώνουμε ένα συναίσθημα θεωρούμε ότι είναι ένα φυσιολογικό αποτέλεσμα μιας κατάστασης: όταν παρατηρούμε μια σκηνή που διαδραματίζεται γύρω μας, όταν βλέπουμε μια ταινία ή γινόμαστε κεντρικοί ήρωες γεγονότων καταστάσεων συμβάντων κλπ. Πέρα απ’ την αλήθεια αυτής της θεώρησης
είναι πολύ σπάνιο να κάνουμε κάτι περισσότερο απ’ το να νιώσουμε τα συναισθήματα που απορρέουν και να παραμείνουμε στην συναισθηματική κατάσταση όπως αυτή διαμορφώθηκε και μάλιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα με ότι αυτό συνεπάγεται. Το συναίσθημα υπό αυτή την οπτική εκλαμβάνεται απλά ως κάτι φυσιολογικό αλλά χάνεται όλη η επιπλέον αξία της ύπαρξης του.
Ποιά θα μπορούσε να είναι η χρησιμότητα ενός συναισθήματος εκτός απ’ το ότι μας κατατάσσει σε όντα που έχουν την ικανότητα να νιώθουν αλλά και να συναισθάνονται, δηλαδή να βιώνουν ένα συναίσθημα αφ’ εαυτού αλλά να αντιλαμβάνονται και πως νιώθει κάποιος άλλος;
Πριν απαντήσουμε σ’ αυτό το ερώτημα κρίνεται σκόπιμο να παρατηρήσουμε ότι δεν νιώθουμε κάτι μόνο ως απόρροια ενός πραγματικού γεγονότος αλλά επίσης κατακλυζόμαστε από συναισθήματα κι όταν απλά σκεφτόμαστε ένα γεγονός όχι απαραίτητα ως ανάκληση κάποιου παρελθοντικού συμβάντος αλλά κι από σκέψεις φανταστικών σεναρίων. Το κλειδί της ανάδυσης ενός συναισθήματος είναι η σκέψη, ας κρατήσουμε αυτό το στοιχείο στην άκρη του  μυαλού μας για λίγο.
Ένα συναίσθημα μπορεί να μας φανεί εξαιρετικά χρήσιμο ως εργαλείο ανίχνευσης του εσωτερικού μας κόσμου: το συναίσθημα είναι το αποτέλεσμα της σύνδεσης μιας σκέψης κι ενός άλλου εσωτερικού στοιχείου. Με πιο απλά λόγια καθώς κάνουμε μια σκέψη, όσο αστραπιαία κι αν συμβαίνει αυτό, παράγεται ένα συναίσθημα. Ωστόσο η σκέψη από μόνη της δεν αρκεί για να παραχθεί ένα συναίσθημα για παράδειγμα αν σκεφτούμε ότι ένα κι ένα κάνει δύο προφανώς και δε θα νιώσουμε τίποτε, αν όμως αυτή η μαθηματική πράξη ανακαλέσει μια αποτυχία μας σε κάποιες εξετάσεις στο μάθημα των μαθηματικών είναι βέβαιο ότι κάτι θα νιώσουμε. Το ζητούμενο εδώ είναι αν η ανάκληση αυτή γίνει αντιληπτή απ τη συνείδηση μας ή γίνει υποσυνείδητα ή ακόμη κι ασυνείδητα. Στις τελευταίες περιπτώσεις το συναίσθημα που θα εγερθεί θα μας φαίνεται ακατανόητο και θα αναρωτιόμαστε γιατί αισθανόμαστε έτσι όπως αισθανόμαστε. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η πρόκληση του συναισθήματος έγινε όταν συνέβη η σύνδεση της σκέψης με το τραυματικό γεγονός.
Κατ’ αυτό το τρόπο την ώρα που βιώνουμε ένα γεγονός ή γινόμαστε μάρτυρες ενός συμβάντος  η εντύπωση αγγίζει κάτι μέσα μας κι αυτή η επαφή παράγει μια ενέργεια, θα το περιγράφαμε απλοϊκά σαν να ενώνονται δυο καλώδια ηλεκτρικά φορτισμένα και προκαλείται σπινθήρας.
Συναίσθημα = Σκέψη +Εσωτερικό στοιχείο. Η σκέψη μπορεί να προκληθεί είτε από ένα εξωτερικό ερέθισμα είτε από δική μας εσωτερική διεργασία. Το εσωτερικό στοιχείο με το οποίο γίνεται σύναψη μπορεί να είναι μια επιθυμία ή ένα παρελθοντικό γεγονός που μας είχε φορτίσει έντονα με συναίσθημα, μπορεί να είναι μια πεποίθηση ή μια αξία αμφότερες μπορεί αν θίγονται από την σκέψη ή από την εικόνα που αντικρίζουμε στο δρόμο ή φανταζόμαστε στο νου μας.
Όσοι παρατηρούν τον εαυτό τους και προσπαθούν να διεισδύσουν σε άγνωστα σημεία βαθιά στο ασυνείδητο τους χρησιμοποιούν ένα συναίσθημα ως αφετηρία κι οδηγό ώστε να ιχνηλατήσουν προς τη πηγή που το ανέβλυσε. Ακόμη κι αυτοί όμως το πράττουν όταν βιώνουν ένα δυσάρεστο συναίσθημα, σπάνια θα ασχοληθεί κάποιος με ένα συναίσθημα χαράς για να διαπιστώσει από που πηγάζει. Κι αν τελικά η χαρά συνδέεται με μια προσδοκία, με μια ελπίδα ή με κάτι εφήμερο; Μήπως αυτές οι περιπτώσεις έχουν ως βάση κάτι πολύ ευάλωτο που μπορεί εύκολα να ανατραπεί; Μας ενδιαφέρει να το γνωρίζουμε αυτό; Αν ναι τότε ακόμη κι ένα συναίσθημα χαράς είναι χρήσιμο να αποτελέσει οδηγό αυτογνωσίας.
Μπορεί να είναι ευνόητο ότι η αυτογνωσία με αφορμή δυσάρεστα συναισθήματα είναι πιο λογική ή πιο ωφέλιμη αφού είναι πιθανόν να οδηγήσει σε ανατροπή των άσχημων συνθηκών εφόσον βέβαια ακολουθήσει η αυτοβελτίωση, ωστόσο είναι εξίσου ωφέλιμο να αδράξει κάποιος την ευκαιρία για αυτογνωσία κι όταν αισθάνεται θετικά συναισθήματα κι ίσως  αν εργαστεί  υπό αυτές τις συνθήκες να αποφύγει κάποιες δυσάρεστες  περιπτώσεις ή να τις διαχειριστεί πολύ καλύτερα αν κι όταν συμβούν.
Συνοψίζοντας: Τα συναισθήματα μπορούν να αποτελέσουν εργαλεία απόκτησης γνώσης και επ’ ουδενί δε πρέπει να παραμένουμε κάτω από την θερμοδυναμική  τους επήρεια. Είναι σαν να κρατάμε ένα αναμμένο κάρβουνο στα χέρια μας παρόλο που καιγόμαστε κι υποφέρουμε. Αυτό φυσικά ισχύει όταν τα συναισθήματα είναι δυσάρεστα.
Αν καταφέρουμε και δούμε τα συναισθήματα υπό την οπτική ενός μηχανισμού που μας επιτρέπει να εισχωρήσουμε στα βάθη του ασυνείδητου μας τότε θα κατανοήσουμε ότι υπάρχουν ακριβώς για  να γνωρίσουμε τι συμβαίνει μέσα μας και πως συνδεόμαστε με κάθε τι γύρω μας και φυσικά να προβούμε στις απαραίτητες αλλαγές ώστε οι συνδέσεις αυτές να εξαλειφθούν ή να μην είναι πλέον ενοχλητικές.

Φυσικά το θέμα είναι τεράστιο και δε τελειώνει εδώ. Θα υπάρξει συνέχεια με περαιτέρω ανάλυση και παραδείγματα.